7:30 Παρασκευή 19 Απριλίου 2024
eReportaz

Live:

Debate: Η πολυσυζητημένη συμφωνία των Πρεσπών μέσα από τα μάτια τριών δικηγόρων

Debate: Η πολυσυζητημένη συμφωνία των Πρεσπών μέσα από τα μάτια τριών δικηγόρων

Της Ελένης Τσιάβο

Η συμφωνία των Πρεσπών είναι μία συμφωνία που συνομολογήθηκε ανάμεσα στις κυβερνήσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας με σκοπό την επίλυση του χρόνιου ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Συγκεκριμένα, υπογράφηκε στο χωριό Ψαράδες της περιοχής των Πρεσπών τον Ιούνιο του 2018. Υπενθυμίζεται ότι η συμφωνία προέβλεπε την έγκρισή της από το κοινοβούλιο των Σκοπίων και από το λαό της χώρας με δημοψήφισμα, που πραγματοποιήθηκε το Σεπτέμβριο του 2018. Η προβλεπόμενη αναθεώρηση διατάξεων του συντάγματος της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ολοκληρώθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2019. Απομένει πλέον η υπερψήφιση της συμφωνίας από το ελληνικό κοινοβούλιο.

Το βράδυ της Τετάρτης έφθασε στην Αθήνα η ρηματική διακοίνωση που ενημερώνει για την ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης στην ΠΓΔΜ, στο πλαίσιο όσων προβλέπονται από τη Συμφωνία των Πρεσπών. Με απλά λόγια, από τη στιγμή που ο Ζόραν Ζάεφ υλοποίησε τη δέσμευσή του, το μπαλάκι περνάει πλέον στο γήπεδο της Ελλάδας.

Η ελληνική κυβέρνηση ωστόσο δεν αιφνιδιάστηκε. Αντιθέτως, ανέμενε τη ρηματική διακοίνωση, προκειμένου να δρομολογήσει τη διαδικασία κύρωσης της Συμφωνίας, αμέσως μετά την ψήφο εμπιστοσύνης που εξασφάλισε με τους 151 βουλευτές.

Παρακάτω ακολουθεί ένα «debate» τριών νομικών που ασχολούνται παράλληλα με την πολιτική σχετικά με την πολυσυζητημένη Συμφωνία των Πρεσπών.

Χαράλαμπος Χριστόπουλος, Δικηγόρος, Υπεύθυνος συντονιστικού μηχανισμού για την Αναπηρία, Υπουργείο Επικρατείας

Η Συμφωνία των Πρεσπών θα μείνει στην ιστορία για πολλούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ποτέ στο παρελθόν μια χώρα δεν άλλαξε Ονομασία, Σύνταγμα και την ψευδή ιστορία που δίδασκε στα παιδιά της μετά από συμφωνία με άλλη χώρα σε καιρό ειρήνης. Ο Ζόραν Ζάεφ έκανε μια τεράστια υπέρβαση έναντι του εθνικιστικού εσωτερικού του ακροατηρίου και επέλεξε την ευρωπαϊκή προοπτική για την χώρα του έναντι της μετατροπής του κράτους του σε τόπο που θα ανθούν οι μικροπωλητές μίσους και διχασμού. Το κέρδος του από την επίτευξη αυτής της συμφωνίας είναι η εξασφάλιση πόρων από την Ε.Ε. στο μέλλον και η σταδιακή προσκόλληση του δικαίου της χώρας του στα ευρωπαϊκά πρότυπα.

Ας δούμε όμως τα οφέλη για την δική μας πλευρά.

Καταρχάς, τηρήθηκε η εθνική γραμμή που χαράχτηκε στο Βουκουρέστι και περιλάμβανε σύνθετη ονομασία έναντι όλων με γεωγραφικό προσδιορισμό. Η χώρα θα λέγεται πλέον Βόρεια Μακεδονία και όλα τα επίσημα έγγραφα της θα έχουν αυτό τον τίτλο είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό.

Ακόμη, διασφαλίστηκε πλήρως η απαλοιφή από το Σύνταγμα κάθε όρου που μπορούσε να χαρακτηριστεί αλυτρωτικός και διευκρινίστηκε ότι το καμία σχέση δεν υπάρχει μεταξύ των βορείων γειτόνων μας και της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας. Αυτό θα αποτυπωθεί ακόμη και σε αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην γειτονική χώρα.

Παράλληλα, θα γίνει γνωστό σε όλες τις χώρες του κόσμου που είχαν αναγνωρίζει τους γείτονες μας με το όνομα «Μακεδονία» ότι αυτό πλέον δεν ισχύει, αντίθετα κανένας σε επίσημη ομιλία και στα διεθνή fora δεν θα τους αποκαλέσει έτσι στο μέλλον. Σημειωτεόν ότι «Μακεδονία την αποκαλούν όλες οι μεγάλες χώρες του κόσμου και συνολικά περισσότερες από 140 την έχουν αναγνωρίσει.

Τα επιχειρήματα που ακούγονται από την πλευρά της αντιπολίτευσης είναι πασιφανώς αίολα και καταρρίπτονται με μεγάλη ευκολία.

Το ζήτημα της γλώσσας διευκρινίστηκε επαρκώς από τη στιγμή που και η άλλη πλευρά αποδέχεται ότι η γλώσσα της δεν έχει καμία σχέση με την ελληνική αλλά αποτελεί γλώσσα που έχει σλαβική ρίζα. Σε κάθε περίπτωση η ονομασία της γλώσσας ως «Μακεδονική» έχει γίνει αποδεκτή από την χώρα μας από το 1977 στη Διάσκεψη του ΟΗΕ στην Αθήνα και για αυτό το λόγο δεν μπορούσε να γίνει διαπραγμάτευση επ’ αυτού του ζητήματος.

Το ζήτημα της εθνότητας δεν αναφέρεται στην Συμφωνία καθώς εμπίπτει σε ζητήματα μη διαπραγματεύσιμα στο Διεθνές Δίκαιο. Αντίθετα το ζήτημα της ιθαγένειας αλλάζει καθώς θα διευκρινίζεται πλέον ότι μιλούμε για «Μακεδόνες/Πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας», έναντι του «Μακεδόνες» που γινόταν αποδεκτό από όλους μέχρι σήμερα (ακόμη και από εμάς εφόσον οι άνθρωποι κανονικά ταξίδευαν στη χώρα μας).

Τέλος, είναι κρίσιμο να αντιληφθούμε ότι οι μόνες χώρες που είναι αντίθετες στη Συμφωνία είναι η Ρωσία, η Τουρκία και η Ουγγαρία που επιθυμούν να παραμείνει η κατάσταση ως έχει γιατί συντάσσονται με την πλευρά του υπερεθνικιστή Γκρουέφσκι και θεωρούν ότι ο Ζάεφ πρόδωσε τη χώρα του κάνοντας τα χατίρια της Ελλάδας.

Τούτων δοθέντων, είναι κρίσιμο να αντιληφθεί το σύνολο των αντιτιθέμενων στη Συμφωνία ότι αν δεν κυρωθεί η παρούσα και το ζήτημα συνεχίζει να χρονίζει στο μέλλον δεν είναι απίθανο να το ξανασυναντήσουμε ως ζήτημα γεωπολιτικής πίεσης της χώρας μας.

Η Συμφωνία των Πρεσπών μας δίνει την ευκαιρία να τονίσουμε τον ηγετικό μας ρόλο στην περιοχή, να διασφαλίσουμε την ειρήνη και την οικονομική συνεργασία και το κυριότερο να δημιουργήσουμε μια ζώνη συμμάχων (Σερβία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Βόρεια Μακεδονία, Κύπρος, Ισραήλ και Αίγυπτος) η οποία θα μας επιτρέπει να ατενίσουμε το μέλλον της περιοχής μας με μεγαλύτερη ασφάλεια και αισιοδοξία.

 

Κωνσταντίνος Κυρανάκης, Αναπληρωτής εκπρόσωπος τύπου της Νέας Δημοκρατίας

Μια διαπραγμάτευση θεωρείται επιτυχημένη, όταν βγαίνοντας από αυτήν έχεις καταφέρει να κερδίσεις κάτι παραπάνω σε σχέση με όσα είχες πριν μπεις σε αυτήν.

 

“Το βόρειο τμήμα της Ελλάδας είναι Ελλάδα, το δυτικό τμήμα της Βουλγαρίας είναι Βουλγαρία. Δεν υπάρχει άλλη Μακεδονία πέρα από τη δική μας. Δεν υπάρχει άλλη στον κόσμο”. Αυτά δηλώνει ο κ. Ζάεφ με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης Τσίπρα.

 

Όσοι στηρίζουν αυτή την επιζήμια για τη χώρα Συμφωνία προσπαθούν να μας πείσουν ότι πρόκειται για έναν “έντιμο συμβιβασμό” με τους γείτονες. Αν διαβάσει κανείς, όμως, το κείμενο που υπεγράφη στις Πρέσπες, καταλαβαίνει πως πρόκειται για ξεκάθαρη εθνική υποχώρηση.

 

Για να μιλήσουμε συγκεκριμένα. Στο άρθρο 7 αναφέρεται ότι με τους όρους “Μακεδονία” και “Μακεδόνας” εννοούνται -εκτός από την αρχαία Μακεδονία- η σημερινή επικράτεια των Σκοπίων, η σκοπιανή γλώσσα και ο πληθυσμός της γειτονικής χώρας. Η αναγνώριση “μακεδονικής” γλώσσας και πληθυσμού που έχει τη δική του ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά αποτελεί αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας.

 

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός πως καμία κυβέρνηση και κανένας πρωθυπουργός από το 1992 μέχρι σήμερα όχι απλά δεν δέχτηκε κάτι τέτοιο, αλλά αρνήθηκε ακόμη και να το συζητήσει.

 

Η κυβέρνηση Τσίπρα είχε ως κληρονομιά ένα πολύ σημαντικό κεκτημένο. Το βέτο της κυβέρνησης Καραμανλή το 2008 στο Βουκουρέστι. Μπαίνοντας σε αυτή τη διαπραγμάτευση, είχε τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί αυτή την επιτυχία και να χρησιμοποιήσει ως όπλο το γεγονός πως το ΝΑΤΟ είχε δεχτεί 10 χρόνια νωρίτερα τον όρο της ελληνικής πλευράς να μην υπάρξει ποτέ πρόσκληση ένταξης προς τα Σκόπια αν δεν επιλυθεί το ζήτημα με μια κοινά αποδεκτή ονομασία.

 

Αυτό το κεκτημένο χάνεται, σήμερα, με υπογραφή Αλέξη Τσίπρα.

 

Το πρόβλημά με την κυβέρνηση δεν είναι ότι μπήκε σε διαδικασία διαπραγμάτευσης. Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν κατάλαβαν ποτέ πως κάποια πράγματα είναι αδιαπραγμάτευτα.

 

Αν υπάρχει κάτι που κάνει υπερήφανους τους Έλληνες, σίγουρα δεν είναι αυτά που ζούμε σήμερα. Οι Έλληνες είναι υπερήφανοι για την Ιστορία τους, για τον ελληνικό πολιτισμό, για τον ελληνισμό που έχει παγκόσμιες διαστάσεις. Κι αυτό δεν επιτρέπεται να το πουλάς.

 

Βασίλης Σπύρου, Δικηγόρος, Διευθυντής Κοινοβουλευτικής ομάδας Ένωσης Κεντρωών

 

 

 

Όταν τον περασμένο Ιούνιο, υπογράφτηκε η «Συμφωνία των Πρεσπών» έγινε απόλυτα σαφές πως αυτή, ήταν μια ακριβέστατη απεικόνιση των ικανοτήτων, των δυνατοτήτων και των προθέσεων της σημερινής κυβέρνησης. Επρόκειτο για το απόλυτο ναυάγιο δηλαδή. Υπό την πίεση του διεθνούς παράγοντα, οδηγήθηκε η χώρα σε μία δέσμευση η οποία είτε θα μπορούσε να έχει γίνει με τους δικούς μας όρους, είτε απλώς να μην είχε γίνει εκείνη την περίοδο. Σαφέστατα με τις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στα Βαλκάνια πλέον, μόνο με καλύτερους όρους θα μπορούσε να έχει συναφθεί αυτή σήμερα. Η κυβέρνηση όμως βιάστηκε και παρέδωσε άνευ όρων, τουλάχιστον όχι ομολογημένων, ότι διαφυλάτταμε επί σειρά ετών και κυρίως ενεργώντας μοναρχικά, δίχως να λάβει τη γνώμη του ελληνικού λαού, για τον οποίο δήθεν κόπτεται και αγωνιά. Τα (πολλά) απαράδεκτα λάθη της συμφωνίας έχουν αναλυθεί ήδη πάρα πολλές φορές. Ουσιωδώς, επιτρέπουμε στα Σκόπια και στους κατοίκους τους, να ονομάζονται απλά «Μακεδονία» και «Μακεδόνες», αίρουμε το τελευταίο πρόσχωμα της ένταξής τους στον Ο.Η.Ε., αφού λύθηκε το θέμα της ονομασίας, υποστηρίζουμε την είσοδό τους στο Ν.Α.Τ.Ο., γεγονός που έχουμε δει πόσο μας έχει βοηθήσει στις σχέσεις μας με την Τουρκία και προσφέρουμε όσες διευκολύνσεις χρειάζονταν τα Σκόπια προκειμένου να αναπτυχθούν και να προοδεύσουν. Ότι δηλαδή δεν έχουμε κάνει εμείς ως χώρα τα τελευταία 10 χρόνια. Δεν φτάνει μάλιστα που ηττώμεθα με αυτή τη συμφωνία, αλλά υποχρεούμαστε να απαντούμε σε γελοία επιχειρήματα πως δήθεν όλες οι χώρες του πλανήτη αποκαλούσαν ήδη τα Σκόπια, «Μακεδονία», αλλά και πως δήθεν πλέον η Ελλάδα θα παίξει κυρίαρχο ρόλο στα Βαλκάνια, λες και υπήρξε χώρα στην παγκόσμια ιστορία που φερόμενη αρχικά ενδοτικά, κυριάρχησε εν συνεχεία. Επιπλέον, υφιστάμεθα την αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία ενώ αποδεδειγμένα ουδέποτε είχε αντίρρηση στο να εμπεριέχεται η λέξη «Μακεδονία» στο όνομα των Σκοπίων, παριστάνει την ανυπόταχτη και απόλυτη υπέρμαχο σε ένα θέμα που δεν είναι στον έλεγχό της πλέον, αλλά και που ενδόμυχα, αγωνιά μήπως και υποχρεωθεί να ψηφίσει η ίδια ως κυβέρνηση. Και δεν αναφέρομαι καν στα υπόλοιπα κόμματα του συνταγματικού τόξου, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και τους ΑΝΕΛ που αποτελούν τον ορισμό του τραγέλαφου και του αριβισμού. Και όλα τα παραπάνω θα κληθούν να τα κρίνουν λίαν συντόμως, οι πολίτες στις εκλογές, που στην πλειοψηφία τους δεν ξέρουν όχι εάν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αλλά πως θα καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Και γίνονται έρμαια στα χέρια κάθε πολιτικάντη που υπόσχεται δέκα ευρώ παραπάνω μηνιαίως, γιατί τους ωθεί σε αυτό η γνήσια, η πραγματική ανάγκη. Ας καταλάβουμε όλοι, πως χάνουμε με τις επιλογές μας, την περηφάνια και την αξιοπρέπειά μας. Και μόλις χάνονται, αυτά είναι αργά για διεκδικήσεις. Και δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το «αργά» στη ζωή.

 

 

 

 

Ροή Ειδήσεων

Διαβάστε ακόμη

Top News

    

Kάνε εγγραφή στο newsletter eReportaz

Ενημερώσου πρώτος με τα τελευταία νέα στην Ελλάδα και στον κόσμο.

Συνδέσου μαζί μας