Η πολυπόθητη εκεχειρία και παύση των εχθροπραξιών που επιτεύχθηκε με τις προσπάθειες των ΗΠΑ, του Κατάρ και της Αιγύπτου έφερε κάποια ελπίδα για τους πολιορκημένους Παλαιστίνιους, ιδιαίτερα στη Γάζα, και κυρίως για τους άτυχους Ισραηλινούς ομήρους που περιμένουν να απελευθερωθούν τους τελευταίους 15 μήνες του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς που ξεκίνησε με τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Χαμάς σε Ισραηλινούς αμάχους στις 7 Οκτωβρίου.
Η δυσανάλογη απάντηση του Ισραήλ και οι συνεχείς βομβαρδισμοί, στους οποίους αναφέρθηκε και ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στην τελευταία του συνέντευξη αναφέροντας τη συζήτησή του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, οδήγησαν σε τεράστιες απώλειες αμάχων και σε μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση εκθέτοντας τον Νετανιάχου και την κυβέρνησή του παγκόσμια, συμπεριλαμβανομένης μιας καταδίκης του Διεθνούς Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης (ICJ) και ενταλμάτων σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ).
Έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες καθώς κορυφαίοι διπλωμάτες και ανώτεροι αξιωματούχοι ασφαλείας από τους μεσολαβητές ταξίδευαν συνεχώς μεταξύ των πρωτευουσών για να περιορίσουν τις διαφορές μεταξύ της Χαμάς και της ισραηλινής ηγεσίας καθώς η διεθνής κοινότητα κοίταζε αβοήθητη τη συνεχιζόμενη ανθρωπιστική καταστροφή και τα αυξανόμενα θύματα και τα δεινά των ομήρων.
Αυτός ο πόλεμος μεταξύ ενός κρατικού και ενός μη κρατικού παράγοντα δοκίμασε τις αντοχές της περιοχής με τον φόβο να κλιμακωθεί και επεκταθεί ο πόλεμος μεταξύ των αιώνιων αντιπάλων Ιράν και Ισραήλ, που για πρώτη φορά επιτέθηκαν ανοιχτά στις ο ένας στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του άλλου ενώ ο μυστικός πόλεμος μεταξύ τους συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες. Τελικά, η κατάπαυση του πυρός, μετά από πολύ δράμα και απόγνωση, τέθηκε σε ισχύ την Κυριακή 19 Ιανουαρίου, μια μέρα πριν ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επιστρέψει στον Λευκό Οίκο.
Χωρίς αμφιβολία, ακόμα κι αν οι ΗΠΑ έπαιξαν το παιχνίδι τους και στις δύο πλευρές και συχνά επιδείκνυαν αδιαφορία για τα τεκταινόμενα, η κυβέρνηση Μπάιντεν παρέμεινε δεσμευμένη στις διαπραγματεύσεις κατάπαυσης του πυρός μέχρι το τέλος, παρέχοντας όμως συνεχή ισχυρή στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη και την απαραίτητη κάλυψη ασφαλείας στο Ισραήλ. Η ιστορία θα πρέπει να αναγνωρίσει τη συμβολή του απερχόμενου, υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος επιδόθηκε σε μια άνευ προηγουμένου διπλωματία μαζί με άλλους διαπραγματευτές για να επιτύχει τελικά την πολυπόθητη συμφωνία. Φυσικά, η χρονική στιγμή και η έντονη πίεση και από τις δύο πλευρές από την απρόβλεπτη «νίκη του Τραμπ» μπορεί να απέδωσε το επιθυμητό αποτέλεσμα αφού προεκλογικά διακήρυξε ότι «ήταν ενάντια στους πολέμους».
Ενώ ο Μπάιντεν και ο πρωθυπουργός του Κατάρ, Μοχάμεντ μπιν Αμπντουλραχμάν μπιν Τζάσιμ Αλ Θάνι, είχαν ανακοινώσει τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός από πολύ νωρίς ο Νετανιάχου έκανε τους πάντες να αμφιβάλλουν για την ισχύ της καθώς η κυβερνηση Νετανιάχου απειλούνταν από τους ακροδεξιούς πολιτικούς συντρόφους του οι οποίοι θα μπορούσαν να ρίξουν την κυβέρνησή του. Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ του είχε δώσει την επιλογή τελεσίγραφο είτε να αποδεχτεί τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός είτε να αποξενώσει την κυβέρνησή του από την προστασία και βοήθεια των ΗΠΑ. Ο Νετανιάχου όλες αυτές τις μέρες προσπαθούσε να αγοράσει χρόνο κατηγορώντας τη Χαμάς ότι άλλαξε για άλλη μια φορά τους όρους της συμφωνίας και βάλει νέα αιτήματα για την απελευθέρωση περισσότερων Παλαιστινίων κρατουμένων σε αντάλλαγμα των ομήρων.
Αλλά στην πραγματικότητα, προσπαθούσε να εξασφαλίσει προσωπικές διαβεβαιώσεις από τον Πρόεδρο Τραμπ στο μέλλον, καθώς ήθελε επίσης να κρατήσει και ανοιχτή την επιλογή ολοκλήρωσης της ημιτελούς αποστολής που ξεκίνησε μετά τις επιθέσεις της Χαμάς της 7ης Οκτωβρίου 2023. Πριν ζητήσει την ψηφοφορία στο υπουργικό συμβούλιο, η οποία τελικά πέρασε με 24 προς 8, ο πρωθυπουργός Νετανιάχου τηλεφώνησε και στους δύο προέδρους Τραμπ και Μπάιντεν και τους ευχαρίστησε για τη βοήθειά τους στην προώθηση της απελευθέρωσης των ομήρων βοηθώντας το Ισραήλ να βάλει τέλος στα δεινά δεκάδων ομήρων και των οικογενειών τους.
Ο Νετανιάχου ευχαρίστησε επίσης τον Τραμπ που διαβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ θα συνεργαστούν με το Ισραήλ για να διασφαλίσουν ότι η Γάζα δεν θα γίνει ποτέ ξανά καταφύγιο της τρομοκρατίας. Συμφώνησαν επίσης να συναντηθούν σύντομα στην Ουάσιγκτον για να συζητήσουν αυτό και άλλα σημαντικά θέματα. Αυτό βέβαια αν προσπαθήσουμε να το εξηγήσουμε επακριβώς, θα μπορούσε είναι μια “υποσημείωση” για την «Επόμενη Μέρα», αφού ο Νετανιάχου δήλωσε ότι εάν δεν επιτευχθούν οι στόχοι, θα μπορούσε να συνεχίσει τις επιχειρήσεις στη Γάζα. Ίσως για να κρατήσει κοντά του τη δυσαρεστημένη εξτρεμιστική του ομάδα.
Στην πρώτη φάση κατά τη διάρκεια των έξι εβδομάδων θα απελευθερωθούν 33 από τους 98 ομήρους, συμπεριλαμβανομένων γυναικών, παιδιών, ηλικιωμένων και ορισμένων γυναικών Ισραηλινών στρατιωτών, τους οποίους το Τελ Αβίβ θα ανταλλάξει με εκατοντάδες Παλαιστίνιους. Θα επιτρέψει επίσης να μπει στην Γάζα σημαντική ανθρωπιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον 600 φορτηγών με προμήθειες κάθε μέρα, καθώς οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις αποσύρονται αργά από κατοικημένες περιοχές καθώς και από τον διάδρομο της Φιλαδέλφειας.
Ακόμη και κατά την πρώτη φάση, θα ξεκινήσουν ιδανικά οι συζητήσεις για την εξαιρετικά κρίσιμη 2η και 3η φάση, όταν οι υπόλοιποι όμηροι και αιχμάλωτοι θα ανταλλάσσονται και το IDF θα αποσυρθεί πλήρως, και τέλος θα εγκατασταθεί κάποιου είδους προσωρινή κυβέρνηση ή διεθνής παρουσία ενώ οι προσπάθειες για την ανοικοδόμηση της Γάζας θα συζητηθούν. Φυσικά, για το Ισραήλ, η παρουσία και η συμμετοχή της Χαμάς στο ενδιάμεσο ή την επόμενη μέρα θα είναι ανάθεμα και πιθανή αιτία για την επανέναρξη των εχθροπραξιών. Προς το παρόν κανείς δεν μιλάει για το ποιος τελικά θα είναι υπεύθυνος για τη Γάζα.
Προς το παρόν όμως φαίνεται να τηρείται η εκεχειρία της 20ης Ιανουαρίου. Με την τεράστια πίεση που ασκήθηκε η εκεχειρία και η κατάπαυση του πυρός ισχύει έστω και αν αυτή είναι πολύ εύθραυστη. Αλλά μια καλή αρχή έχει γίνει και πρέπει να κρατηθεί μέχρι το τέλος ώστε να συμφωνηθεί μια μακροχρόνια λύση, ώστε οι λαοί της Παλαιστίνης και του Ισραήλ να μπορούν να ζήσουν με ειρήνη, αξιοπρέπεια και ασφάλεια δίπλα δίπλα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ισραήλ: Η στιγμή που οι όμηροι επανενώνονται με τις οικογένειές τους
Ο Τραμπ θέλει να “ξαναφτιάξει την Αμερική Μεγάλη” στην δεύτερή του θητεία