Σύροι τζιχαντιστές μαχητές που είχαν αναπτυχθεί στη Λιβύη από την Τουρκία έχουν περάσει στην Ευρώπη και σε άλλες περιοχές προσφέροντας τις υπηρεσίες τους, σύμφωνα με έκθεση που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Με βάση εμπιστευτικές πηγές, οι ερευνητές του ΟΗΕ εντόπισαν τουλάχιστον 13 περιπτώσεις Σύριων μαχητών που μεταφέρθηκαν στην Ιταλία, προφανώς με τη βοήθεια των λιβυκών στρατιωτικών αρχών που χρησιμοποίησαν δίκτυα λαθρεμπορίας μεταναστών στην Τρίπολη.
Η κυβέρνηση της Τουρκίας, με επικεφαλής τον Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μετέφερε χιλιάδες Σύρους τζιχαντιστές μαχητές στη Λιβύη για να ενισχύσει τις φατρίες που υποστηρίζονται από την Τουρκία. Η ανάπτυξη αυτών των μαχητών συνοδεύτηκε από τη σημαντική παρουσία τουρκικών στρατιωτικών και μυστικών υπηρεσιών στη Λιβύη, μια χώρα που μαστίζεται από εμφύλιο πόλεμο και αστάθεια από τις επαναστάσεις της Αραβικής Άνοιξης του 2011.
Η Τουρκία παρέχει στους Σύρους μισθοφόρους μηνιαίο μισθό, υλικοτεχνική υποστήριξη και την τουρκική υπηκοότητα τόσο για τους μαχητές όσο και για τις οικογένειές τους.
Η διαδικασία ελέγχου και επιλογής αυτών των μαχητών πραγματοποιήθηκε από την υπηρεσία πληροφοριών της Τουρκίας, MIT, η οποία συνεργάζεται με τζιχαντιστικές ομάδες στη Συρία από το 2011 με στόχο την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ, στόχος που επιτεύχθηκε τον Δεκέμβριο.
«Σύροι μαχητές με την υποστήριξη της Τουρκίας παρέμειναν σε πολλές τοποθεσίες γύρω από την Τρίπολη, όπως στο στρατόπεδο Hamza, στη αεροπορική βάση Watiyah, στο αστυνομικό σχολείο Salah Eddine και στην περιοχή Suq al-Khamis», ανέφερε μια έκθεση που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 6 Δεκεμβρίου 2024 από την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων για τη Λιβύη.
Οι ειδικοί σημείωσαν ότι οι μειώσεις στους μισθούς και άλλα οικονομικά οφέλη είχαν οδηγήσει ορισμένους μαχητές να αναζητήσουν ευκαιρίες σε ζώνες συγκρούσεων με υψηλότερους μισθούς ή να μεταναστεύσουν στην Ευρώπη με την βοήθεια διακινητών μεταναστών.
Πριν από μερικούς μήνες μάλιστα το ινστιτούτο Brookings είχε αποκαλύψει ότι ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είχε διατάξει τους δημόσιους οργανισμούς να επιταχύνουν τις προσπάθειες για την εκπλήρωση των κριτηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διευκολύνοντας τη διαδικασία έκδοσης βίζα στους Τούρκους πολίτες. Ο αριθμός των Σύρων που είχαν άλλωστε λάβει την τουρκική υπηκοότητα δεν ξεπερνούσε τις 92.000 στις αρχές του περασμένου Αυγούστου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, αλλά μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου, φερόταν να έχει ξεπεράσει τις 102.000.
Όμως φαίνεται ότι ο Τούρκος πρόεδρος εξασφάλισε έναν τρόπο ώστε να θέσει μερικά από τα σχέδιά του σε κίνηση χρησιμοποιώντας μόνο ένα πεδίο, αυτό της διαλυμένης από τον εμφύλιο, Λιβύης.
Αυτή η κατάσταση εγκυμονεί σημαντικό κίνδυνο ασφάλειας για τις ευρωπαϊκές χώρες που υποδέχονται αυτούς τους σκληροπυρηνικούς μαχητές, οι οποίοι είναι αφοσιωμένοι σε τζιχαντιστικές ιδεολογίες, εκπαιδευμένοι στη χρήση όπλων και εκρηκτικών και εξοπλισμένοι με τακτικές δολιοφθοράς και διείσδυσης που παρέχονται από την τουρκική υπηρεσία πληροφοριών.
Το εξαιρετικά ευαίσθητο αυτό θέμα συζητήθηκε κατά τη διάρκεια επίσκεψης της Ιταλίδας πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι, τον Ιανουάριο του 2024, η οποία ζήτησε διαβεβαιώσεις από τον Ερντογάν, ο οποίος είναι γνωστό ότι χρησιμοποιεί το μεταναστευτικό ζήτημα ως μοχλό στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να σταματήσει τη ροή μαχητών και μεταναστών από τη Λιβύη και άλλες περιοχές.
Οι Σύροι μαχητές αμείβονταν έως και 2.000 δολάρια το μήνα, αλλά οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η τουρκική κυβέρνηση, σε συνδυασμό με τη μείωση της αξίας της τουρκικής λίρας, οδήγησαν σε μειώσεις στους μισθούς τους. Αυτό προκάλεσε δυσαρέσκεια στους Σύρους μαχητές και μερικές φορές οδήγησε ακόμη και σε διαδηλώσεις στη Λιβύη.
Ο ΟΗΕ έκρινε ότι η ανάπτυξη Σύριων μαχητών από την Τουρκία στη Λιβύη αποτελεί πράξη που απειλεί την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ασφάλεια της Λιβύης, καθώς και μια πράξη που εμποδίζει ή υπονομεύει την επιτυχή ολοκλήρωση της πολιτικής μετάβασης της χώρας.
«Η παρουσία ξένων μαχητών και ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών αποσταθεροποίησε περαιτέρω το τοπίο της εθνικής ασφάλειας», σημειώνει η έκθεση.
Τον Ιούνιο του 2020, οι εισηγητές του ΟΗΕ έστειλαν κοινή επιστολή στην τουρκική κυβέρνηση ζητώντας περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον ρόλο της στη στρατολόγηση, τη χρηματοδότηση, τη μεταφορά και την ανάπτυξη Σύριων μαχητών στη Λιβύη για να συμμετάσχουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Τρίπολη για την υποστήριξη της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA).
Σε απάντηση, η τουρκική κυβέρνηση έστειλε επιστολή τον Σεπτέμβριο του 2020 απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς ως αβάσιμους και κατηγορώντας τους εισηγητές του ΟΗΕ για μετάδοση παραπλανητικών και μεροληπτικών ανακοινώσεων.
Αν και η Τουρκία αρνείται την ανάπτυξη Σύριων μαχητών στη Λιβύη, το Αμερικανικό Πεντάγωνο επιβεβαίωσε για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2020 ότι η Τουρκία είχε στείλει μεταξύ 3.500 και 3.800 Σύρους μαχητές στη Λιβύη τους πρώτους τρεις μήνες του έτους.
Η έκθεση για τις αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις στην Αφρική από τον γενικό επιθεωρητή του Πενταγώνου σημείωσε ότι η Τουρκία πλήρωσε και πρόσφερε υπηκοότητα σε χιλιάδες μισθοφόρους που πολεμούσαν μαζί με πολιτοφυλακές με έδρα την Τρίπολη κατά των στρατευμάτων του διοικητή Χαλίφα Χάφταρ με έδρα την ανατολική Λιβύη.
Η τουρκική υποστήριξη για το GNA ήταν καθοριστικής σημασίας για την επιτυχία του ενάντια στην ανταρτική αντιπολίτευση υπό την ηγεσία του υποστηριζόμενου από την Αίγυπτο Χάφταρ. Η Τουρκία το προμηθεύει με όπλα, πυρομαχικά και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ενώ επίσης οργάνωσε Σύρους μισθοφόρους και τζιχαντιστές για να πολεμήσουν εναντίον των δυνάμεων του Χάφταρ.
Όπως όπως δήλωσαν πηγές που πρόσκεινται στις δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ, με γνώση επί του θέματος, οι εκτιμήσεις τους είναι πως οι “Σύροι τρομοκράτες” χρησιμοποιούν αυτή την ευκαιρία για να φτιάξουν ένα… μέλλον για τον εαυτό τους. Και τι καλύτερο από το να περάσουν τις ευρωπαϊκές πύλες, υπό το καθεστώς πρόσφυγα; “Περισσότεροι από 50” εξ αυτών των μαχητών, πλήρωσαν λαθρεμπόρους και έτσι πέρασαν στην Ιταλία, ως πρόσφυγες.
Μάλιστα, όπως τονίζουν οι πηγές, το πόσο της μεταφοράς από την Az-Zāwiyah, πόλη στα δυτικά της Τρίπολης, μέχρι τα χωρικά ύδατα της Ιταλίας κόστιζε 700 δολάρια. “Εδώ και λίγο καιρό το ποσό αυτό έχει σχεδόν διπλασιαστεί, στα 1.300 δολάρια”. Εκτιμάται ότι 127 εκ των Σύρων τρομοκρατών, που έστειλε ο Ερντογάν στη Λιβύη, έχει ήδη πληρώσει “καπάρο”, στην τιμή, πριν αυτή αυξηθεί κι άλλο, ώστε να πραγματοποιήσουν το ταξίδι. Μάλιστα, όπως τονίζεται, πολλοί εξ αυτών, γνωρίζουν εκ των προτέρων, ότι το ταξίδι στη Λιβύη, είναι χωρίς επιστροφή. Είτε πολεμήσουν είτε όχι, “γνωρίζουν ότι δεν θα επιστρέψουν” στην Τουρκία ή τη Συρία, οπότε “η λογική τους επιλογή είναι να προσπαθήσουν να φύγουν” προς την Ιταλία.
Η κυβέρνηση Ερντογάν όλο αυτό το διάστημα έχει υπογράψει πολλές συμφωνίες με τη Λιβύη, συμπεριλαμβανομένων συμφωνιών που επικεντρώνονται στη στρατιωτική και αμυντική συνεργασία καθώς και μια θαλάσσια συμφωνία που οριοθετεί την υφαλοκρηπίδα Τουρκίας-Λιβύης και την αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ).
Πέρα από την ιδεολογική υποστήριξη, ο Ερντογάν αναγνώρισε ανοιχτά τη στρατηγική σημασία των πόρων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Λιβύης για την Τουρκία. Κατά τη διάρκεια μιας κοινής συνέντευξης Τύπου με τον πρώην πρωθυπουργό της Λιβύης Fayez al-Sarraj στην Άγκυρα στις 4 Ιουνίου 2020, ο Ερντογάν αποκάλυψε σχέδια για επέκταση της συνεργασίας Τουρκίας – Λιβύης, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων εξερεύνησης και γεώτρησης, για την αξιοποίηση των φυσικών πόρων στο λιβυκό έδαφος.
Επίσης δισεκατομμύρια δολάρια από τα αποθεματικά του λιβυκού δημοσίου φέρονται να βρίσκονται σε λογαριασμούς τουρκικών κεντρικών τραπεζών, ενώ η κυβέρνηση Ερντογάν μετέφερε τόνους χρυσού από την κεντρική τράπεζα της Λιβύης στην τουρκική κεντρική τράπεζα. Επιπλέον, το λαθραίο λιβυκό πετρέλαιο λέγεται ότι έφτασε στην τουρκική αγορά.
Η Τουρκία θεωρεί επίσης το ρόλο της στη Λιβύη ως μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για να διεκδικήσει την επιρροή της στη Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζει περιφερειακούς αντιπάλους όπως η Αίγυπτος, η Γαλλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο Πρόεδρος Ερντογάν θεωρεί τον εαυτό του έναν περιφερειακό ηγέτη με την ικανότητα να παρεμβαίνει σε συγκρούσεις και να διαμορφώνει πολιτικά αποτελέσματα σε όλη τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Επιδίωξη της Τουρκίας μια θαλάσσια συμφωνία τύπου Λιβύης με τη Συρία