Καυτά ερωτήματα για τη στάση τουκαθ’ όλη τη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης και βαρύ «κατηγορώ» από τους συγγενείς των 57 θυμάτων του δυστυχήματος!
Ανέλαβε τη διερεύνηση μιας από τις μεγαλύτερες τραγωδίες των τελευταίων ετών προκειμένου να ρίξει «φως» στα αίτια του πολύνεκρου δυστυχήματος που βύθισε στο πένθος 57 οικογένειες. Ωστόσο σχεδόν δύο χρόνια μετά έχει μετατραπεί σε «κόκκινο πανί» για τους συγγενείς των θυμάτων εξαιτίας μιας σειράς ενεργειών.
Των ΒΑΓΓΕΛΗ ΤΡΙΑΝΤΗ, ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΡΑΝΙΚΟΛΑ – ΚΟΝΤΟΡΟΥΣΗ
Ο λόγος για τον ειδικό εφέτη ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη, που από τις 14 Μαρτίου 2023 χειρίζεται τη δικογραφία για το δυστύχημα των Τεμπών. Από τη δημοσιογραφική έρευνα της «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» και τις καταγγελίες συγγενών θυμάτων της τραγωδίας προκύπτουν καυτά ερωτήματα για τη στάση του ανακριτή καθ’ όλη τη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης.
Από τα 650.000 κατασχεμένα πειστήρια που ο ανακριτής άφησε εκτός δικογραφίας, την καθυστερημένη κατάσχεση βίντεο και ηχητικών του ΟΣΕ σχεδόν πάντοτε μετά από αιτήματα συγγενών, τον αποκλεισμό τεχνικών συμβούλων οικογενειών από την εξέταση κατασχεμένου υλικού, μέχρι και την ανεξήγητη εντολή για καταστροφή βιολογικού υλικού θυμάτων της τραγωδίας.
Ο εφέτης ανακριτής δείχνει να μη θέλει να μπει επί της ουσίας το μαχαίρι στο κόκαλο, ακροβατώντας σε τεντωμένο σχοινί, καθώς η τραγωδία των Τεμπών έχει λάβει πλέον ανεξέλεγκτες κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Τι συμβαίνει λοιπόν με τον μειλίχιο ανακριτή της Λάρισας; Ας δούμε μία προς μία τις ανακριτικές ενέργειες που έχουν προκαλέσει την μήνιν των συγγενών και έχουν μετατρέψει τον ανακριτή Μπακαΐμη σε «persona non grata».
Τα 650.000 αρχεία
Πριν από τρεις εβδομάδες συγγενείς θυμάτων της τραγωδίας κινήθηκαν νομικά σε βάρος του ειδικού εφέτη ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη σχετικά με 650.000 αρχεία, τα οποία αν και έχουν κατασχεθεί από τον ανακριτή και έχουν αποσταλεί στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛ.ΑΣ., εντούτοις δεν έχουν ενσωματωθεί στη δικογραφία. Συγκεκριμένα, η Μαρία Καρυστιανού, ο Παύλος Ασλανίδης, ο Σωτήριος Μήτσκας και η σύζυγός του, Λίλιαν Βασιλίσιν, κατέθεσαν μηνυτήρια αναφορά σε βάρος του ανακριτή μέσω των δικηγόρων τους για τα αδικήματα της παράβασης καθήκοντος, υπόθαλψης εγκληματία – παρεμπόδισης Δικαιοσύνης και υπεξαγωγής εγγράφων. Μάλιστα στη μηνυτήρια αναφορά γινόταν λόγος για «εγκληματικές και απάνθρωπες παραλείψεις στην ποινική δικογραφία», ενώ σε δηλώσεις της η Μαρία Καρυστιανού είχε κάνει λόγο για «συγκάλυψη και κοροϊδία από τον ανακριτή».
Τα 650.000 πειστήρια αποτελούν αρχεία ήχου και εικόνας της 28ης Φεβρουαρίου και της 1ης Μαρτίου 2023. Ήταν 13 Μαρτίου του 2023 όταν η ανακρίτρια Ελένη Σούρλα, με παραγγελία της, διέταξε την ΕΛ.ΑΣ να κατασχεθούν από τα γραφεία του ΟΣΕ και της Hellenic Train «ηχητικές καταγραφές που αφορούν στον συντονισμό και στη διαχείριση της κυκλοφορίας» για το χρονικό διάστημα από 28 Φεβρουαρίου 2023 έως και την 1η Μαρτίου του ίδιου έτους. Επίσης ζητήθηκε η κατάσχεση όλων των εγγράφων σε ηλεκτρονική μορφή που περιέχονταν στην κατοχή των εταιρειών που αφορούσαν «στο σύνολο των κανόνων και προδιαγραφών ασφάλειας των σιδηροδρόμων».
Την επόμενη μέρα ανέλαβε τον χειρισμό της δικογραφίας ο κ. Μπακαΐμης. Με νέα παραγγελία του προς τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛ.ΑΣ., και σε συνέχεια της προηγούμενης, διέταξε την «κατάσχεση κάθε φορέα ήχου, εικόνας ή ψηφιακών δεδομένων – μορφής» που θα εντοπίζονταν κατά την έφοδο των αστυνομικών στα γραφεία των δύο εταιρειών. Πράγματι, τα πειστήρια κατασχέθηκαν από τους αστυνομικούς, ενώ στις 17 Μαρτίου 2023 ενημερώθηκε εγγράφως ο κ. Μπακαΐμης από την ΕΛ.ΑΣ. ότι θα μπορούσε να έρθει σε απευθείας επικοινωνία με τη ΔΕΕ και να υποβάλει τυχόν ερωτήματα για τα κατασχεθέντα πειστήρια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τέμπη ντοκουμέντα: Ιδού το «χαμένο» κόκπιτ της εμπορικής αμαξοστοιχίας λίγες ώρες μετά την τραγωδία
Οι μήνες πέρασαν. Ωστόσο το υλικό αυτό ουδέποτε ενσωματώθηκε στη δικογραφία από τον ανακριτή. Αυτό ανέφερε ξεκάθαρα η ΔΕΕ σε απαντητική επιστολή της σε συγγενείς θυμάτων της τραγωδίας στα τέλη του περασμένου Γενάρη. Ειδικότερα, αν και τα κατασχεμένα ψηφιακά πειστήρια είχαν διαβιβαστεί στον ανακριτή Μπακαΐμη από τις 28 Ιουνίου 2023, μαζί με την πραγματογνωμοσύνη που είχαν συντάξει, εντούτοις παρέμειναν εκτός δικογραφίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να «μη χορηγούνται στους διαδίκους και άρα στους συγγενείς των θυμάτων»,όπως αναφερόταν στη μηνυτήρια αναφορά. Ο ίδιος φέρεται να απέδωσε αυτή τη στάση του στο ότι αυτά τα πειστήρια δεν αποτελούσαν χρήσιμο υλικό. Ωστόσο, όπως είχε δηλώσει στην«Μ» η δικηγόρος Μαρία Γρατσία, η οποία εκπροσωπεί νομικά την κ. Καρυστιανού, «εκφεύγει της διακριτικής ευχέρειας οποιουδήποτε ανακριτή» στο να επιλέξει στοιχεία και να τα θέσει εκτός δικογραφίας, «αποκρύπτοντάς τα από τους διαδίκους».
Συμπληρωματική μηνυτήρια αναφορά
Την περασμένη Παρασκευή, η Μαρία Καρυστιανού μαζί με άλλους συγγενείς θυμάτων κατέθεσαν μέσω των συνηγόρων τους συμπληρωματική μηνυτήρια αναφορά για τα 650.000 αρχεία.
Στο πρώτο σκέλος της μηνυτήριας αναφοράς ζητείται να κληθούν ως μάρτυρες όλα τα στελέχη της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, καθώς και οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τους συνόδευανκατά την κατάσχεση του υλικού από τον ΟΣΕ. Οι συγγενείς θυμάτων ζητούν να απαντήσουν αν εκτέλεσαν καθ’υπόδειξιν της παραγγελίας τα καθήκοντά τους, ποια είναι και πού βρίσκονται τα αληθή αρχεία που κατασχέθηκαν, με ποιον τρόπο και ποια ημερομηνία ακριβώς παραδόθηκαν, σε τι είδους συγκεκριμένα επεξεργασία προέβη η ΔΕΕ και ποια είναι τα συμπεράσματα αυτής. Μάλιστα ζητούν την πλήρη διερεύνηση αλλά και την άσκηση ποινικών διώξεων για παράβαση καθήκοντος και παρακώλυση της Δικαιοσύνης, αν κριθεί απαραίτητο.
Το δεύτερο σκέλος της μήνυσης στρέφεται κατά του ίδιου του εφέτη ανακριτή, ο οποίος αναίτια μόνο λίγες ημέρες μετά το έγκλημα των Τεμπών έδωσε εντολή να καταστραφεί το σύνολο των συλλεγέντων δειγμάτων βιολογικού υλικού «PM» και «AM» (αίματος και ιστών), αλλά και να επιστραφούν ή να καταστραφούν τα προσωπικά αντικείμενα των θυμάτων.
Μια αδικαιολόγητη κίνηση, καθότι τα δείγματα και το βιολογικό υλικό διά νόμου οφείλουν να διαφυλαχθούν καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάκρισης και όχι να καταστραφούν, στερώντας κρίσιμα στοιχεία.
Όπως καταγγέλλεται, αν ο ανακριτής δεν είχε προβεί σε αυτή την -κατά παράβαση της ισχύουσας νομοθεσίας- πράξη, θα μπορούσαν να γίνουν τοξικολογικές και άλλες εξετάσεις ώστε να διαπιστωθεί εάν ο θάνατος πολλών επιβατών προήλθε από εύφλεκτες χημικές ουσίες αλλά και ποιες ήταν αυτές. Και φυσικά θα είχε απαντηθεί με βεβαιότητα τι ήταν αυτό που τελικά προκάλεσε την πυρόσφαιρα, η οποία έκαψε ζωντανούς ανθρώπους που είχαν επιβιώσει της σύγκρουσης.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, στον απόηχο του πορίσματος του ΕΟΔΑΣΑΑΜ που αναφέρει πως κομμάτι της εμπορικής αμαξοστοιχίας λείπει, ο κ. Μπακαΐμης αποφάσισε μετά από δύο ολόκληρα χρόνια να στείλει κλιμάκιο της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού της Πυροσβεστικής να ερευνήσει τα συντρίμμια του εμπορικού τρένου. Σημειωτέον πως εδώ και δύο χρόνια παραμένουν παρατημένα σε ένα οικόπεδο ιδιοκτησίας του ΟΣΕ στο Κουλούρι Λάρισας, εκτεθειμένα σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες.
Ανεξήγητες καθυστερήσεις
Την ίδια ώρα, με ανεξήγητες καθυστερήσεις είχε κινηθεί ο ειδικός εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης σε ό,τι αφορά την κατάσχεση βίντεο και ηχητικών και σχεδόν πάντοτε μετά από αιτήματα οικογενειών.
Ειδικότερα, τον Σεπτέμβριο του 2023 η οικογένεια του νεκρού μηχανοδηγού της επιβατικής αμαξοστοιχίας κατέθεσε, μέσω του δικηγόρου της Βασίλη Ζησιμάτου, αίτημα ενώπιον του ανακριτή, με το οποίο ζητούσε να προβεί στον έλεγχο της ορθότητας των απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών και ηχητικών.
Με το ίδιο αίτημα οι συγγενείς του μηχανοδηγού ζητούσαν την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου όλων των εμπλεκομένων, προκειμένου να φανεί εάν είχαν γίνει όλες οι ενέργειες ώστε να αποτραπεί το δυστύχημα, ενώ διατύπωσαν σοβαρές «υπόνοιες» αναφορικά με την αυθεντικότητα των απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών και των ηχητικών αρχείων.
Στις αρχές Απριλίου του 2024, και ενώ είχαν περάσει έξι και πλέον μήνες από το αίτημα της οικογένειας, ο εφέτης ανακριτής Μπακαΐμης έδωσε εντολή για έφοδο της ΕΛ.ΑΣ. στα γραφεία του ΟΣΕ στην Αθήνα. Πράγματι, αστυνομικοί της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής μετέβησαν στα γραφεία του ΟΣΕ στην οδό Δομοκού, κοντά στονΣταθμό Λαρίσης, προκειμένου να κατασχέσουν τον σκληρό δίσκο με τις συνομιλίες. Ωστόσο τα πράγματα πήραν μια διαφορετική τροπή. Στα γραφεία βρισκόταν τεχνικός τηλεπικοινωνιών του ΟΣΕ, ο οποίος ανέφερε (και κατέθεσε και ενόρκως) πως κάθε καταγραφικό του ΟΣΕ (server) βρίσκεται στους επιμέρους σταθμούς από Πειραιά έως Κατερίνη. Προκειμένου λοιπόν να μη χρειάζεται να μεταβαίνει κάθε 15 ημέρες στους συγκεκριμένους σταθμούς είχε εγκαταστήσει έναν εξωτερικό σκληρό δίσκο στο καταγραφικό (server) στην Αθήνα, «ώστε να έρχονται σε ζωντανό χρόνο τα ηχητικά δεδομένα απ’ όλους τους επιμέρους σταθμούς και συγκεκριμένα από τα καταγραφικά τους».
Επομένως, όπως προέκυψε, το USB που κατάσχεσαν οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. ήταν αντίγραφο του σκληρού δίσκου του ΟΣΕ. Τον Οκτώβριο του 2024 η οικογένεια του νεκρού μηχανοδηγού κατέθεσε νέο αίτημα ενώπιον του ανακριτή. Σύμφωνα με αυτό, ο σκληρός δίσκος με τα πρωτότυπα ηχητικά των συνομιλιών του προφυλακισμένου σταθμάρχη και των μηχανοδηγών βρισκόταν στα γραφεία του ΟΣΕ στη Λάρισα.
Στις αρχές Νοεμβρίου του 2024 αστυνομικοί έκαναν νέα έφοδο στα γραφεία του ΟΣΕ στη Λάρισα και κατάσχεσαν το υλικό. Εντύπωση προκάλεσε επίσης και η παράδοση τριών βίντεο από την εταιρεία security Interstar, που έχει αναλάβει τη βιντεοεπιτήρηση της διαδρομής των τρένων για λογαριασμό του ΟΣΕ. Σε δηλώσεις του ο δικηγόρος της εταιρείας Βασίλης Καπερνάρος είχε αναφέρει ότι η εταιρεία κατέβαζε και χορηγούσε εντός των 15 ημερών μόνο τα βίντεο που ζητούσαν οι αρμόδιες Αρχές και τα οποία εκείνο το χρονικό διάστημα αφορούσαν αποκλειστικά και μόνο την επιβατική αμαξοστοιχία.Ωστόσο για το επίμαχο 15νθήμερο δεν είχε ζητηθεί τίποτα, όπως ανέφερε ο κ. Καπερνάρος.
Σημειώνεται ότι πριν από λίγες ημέρες ο αντεισαγγελέας Πλημμελειοδικών Λάρισας άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος του διευθύνοντος συμβούλου του ΟΣΕ, του προέδρου του ΟΣΕ την περίοδο του δυστυχήματος και ενός στελέχους της Interstar Security για το μη προσκομισθέν βίντεο της εμπορικής αμαξοστοιχίας από τον Εμπορευματικό Σταθμό Θεσσαλονίκης το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023.
«Εν κρυπτώ» πραγματογνωμοσύνη
Ακόμη μία ανεξήγητη ενέργεια του ανακριτή Μπακαΐμη ήταν ο αποκλεισμός του τεχνικού συμβούλου της οικογένειας Κουτσούμπα από την εξέταση του καταγραφικού – σκληρού δίσκου με τα ηχητικά αρχεία των επικοινωνιών του ΟΣΕ από το βράδυ της τραγωδίας. Το καταγραφικό είχε κατασχεθεί το περασμένο καλοκαίρι κατόπιν εντολής του ανακριτή και ενώ προηγουμένως είχε υποβάλει σχετικό αίτημα η οικογένεια του μηχανοδηγού. Ο ανακριτής διέταξε στη συνέχεια τον διορισμό ειδικού πραγματογνώμονα προκειμένου να εξετάσει το υλικό και να συντάξει πραγματογνωμοσύνη.
Πράγματι διορίστηκε ως πραγματογνώμονας αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ). Στις 4 Οκτωβρίου 2024 η οικογένεια του νεκρού μηχανοδηγού κατέθεσε αίτημα ενώπιον του ανακριτή, με το οποίο ζήτησε να εξετάσει το κατεσχεμένο υλικό και ο τεχνικός της σύμβουλος, καθώς επίσης και να παραβρίσκεται κατά την εξέταση του υλικού από τον διορισμένο πραγματογνώμονα.
Στη συνέχεια ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας επισκέφθηκε τρεις φορές το γραφείο του κ. Μπακαΐμη προκειμένου αφενός να λάβει αντίγραφα της δικογραφίας και αφετέρου «να συνομιλήσει μαζί του σχετικά με τις διαδικασίες της πραγματογνωμοσύνης που θα ακολουθούσαν», όπως αναφέρεται στην προσφυγή. Ωστόσο, ενώ η οικογένεια ανέμενε ότι θα ειδοποιηθεί για τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, εντούτοις στα τέλη Ιανουαρίου ειδοποιήθηκε ότι με την υπ’ αριθμόν 2/2025 απόφαση ο ανακριτής απέρριψε το αίτημα που είχαν καταθέσει τον περασμένο Οκτώβρη ως «αβάσιμο». Ο λόγος ήταν ότι ο διορισμένος πραγματογνώμονας είχε διενεργήσει πραγματογνωμοσύνη στον εξωτερικό σκληρό δίσκο, στον οποίο αποθηκεύονταν τα ψηφιακά αρχεία καταγραφής του Σιδηροδρομικού Σταθμού Λάρισας και επομένως ο τεχνικός τους σύμβουλος δεν είχε πλέον δικαίωμα να εξετάσει το υλικό. Η οικογένεια Κουτσούμπα προσέφυγε μέσω του δικηγόρου της Βασίλη Ζησιμάτου ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Λάρισας σε βάρος της διάταξης του ανακριτή. Το Συμβούλιο Εφετών Λάρισας έκανε δεκτή την προσφυγή και διέταξε την επανάληψη της πραγματογνωμοσύνης παρουσία του τεχνικού συμβούλου της οικογένειας.