Live:
Η Επιτροπή Πισσαρίδη παρέδωσε την τελική της Έκθεση στην κυβέρνηση για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η Επιτροπή συγκροτήθηκε με απόφαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προκειμένου να εκπονήσει μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή μελέτη της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια. Η Επιτροπή είναι ανεξάρτητη και οι προτάσεις της δεν αποτελούν κυβερνητικές αποφάσεις. Η τελική Έκθεση της Επιτροπής περιλαμβάνει ανάλυση σε περιοχές που δεν κάλυπτε η ενδιάμεση Έκθεση και εξειδικεύει την ανάλυση σε περιοχές που προηγουμένως καλύπτονταν, λαμβάνοντας υπόψιν προτάσεις και παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν στον δημόσιο διάλογο.
Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο κάτοχος του βραβείου Νόμπελ, καθηγητής Χριστόφορος Πισσαρίδης. Αναπληρωτής πρόεδρος είναι ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ & καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ τα υπόλοιπα μέλη είναι οι Δημήτρης Βαγιανός, καθηγητής χρηματοοικονομικών στο πανεπιστήμιο LSE στο Ηνωμένο Βασίλειο, και Κώστας Μεγήρ, καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο Yale στις ΗΠΑ.
Στην Επιτροπή συμμετείχαν επίσης με συμβουλευτικό ρόλο οι Κυριάκος Ανδρέου (PwC), Κωσταντίνος Αρκολάκης (Yale), Μανόλης Γαλενιανός (London Holloway), Χρήστος Γκενάκος (ΟΠΑ και Cambridge), Svetoslav Danchev (IOBE), Αρίστος Δοξιάδης (Big Pi Ventures), Νίκος Καραμούζης (Grant Thornton), Φοίβη Κουντούρη (ΟΠΑ), Αλέξανδρος Κρητικός (DIW), Δάφνη Νικολίτσα (Παν.Κρήτης), και Διομήδης Σπινέλλης (ΟΠΑ), ενώ συμμετείχε ο Πάνος Τσακλόγλου (ΟΠΑ) έως τον Ιούλιο του 2020.
ΠΑΤΗΣΤΕ ΣΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΛΙΝΚ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ
Growth_plan_presentation_2020-11-23_final
Η Έκθεση παρουσιάζει ένα συνεκτικό σχέδιο ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία. Οι δράσεις που προτείνονται βασίζονται σε οικονομική ανάλυση και την εμπειρία εφαρμογής πολιτικών στην πράξη. Εξειδικεύονται με βάση τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας, τις πρόσφατες εξελίξεις και τις διεθνείς τάσεις.
ΠΑΤΗΣΤΕ ΣΤΟ ΛΙΝΚ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ
Στόχοι και προοπτικές για την ελληνική οικονομία
Κεντρικός στόχος για την ελληνική οικονομία κατά την επόμενη δεκαετία είναι η συστηματική αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού εισοδήματος, ώστε αυτό να συγκλίνει σταδιακά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπλέον βασικοί στόχοι κατά τη διαδικασία σύγκλισης είναι η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και η βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων.
Επισημαίνονται δύο βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη ουσιαστικής σύγκλισης του ελληνικού με το μέσο ευρωπαϊκό εισόδημα.
Πρώτον, η σημαντική αύξηση της απασχόλησης, τόσο μέσω της μείωσης της ανεργίας όσο και μέσω της αύξησης της συμμετοχής στην αγορά εργασίας υποαπασχολούμενων ομάδων του πληθυσμού, όπως οι γυναίκες και οι νέοι. Η αυξημένη απασχόληση, επιπλέον, θα συμβάλλει στην άμβλυνση των κοινωνικών αποκλεισμών και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Δεύτερον, η ισχυρή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, που θα διασφαλίσει την ευημερία των νοικοκυριών σε βάθος χρόνου. Η αύξηση της παραγωγικότητας απαιτεί αύξηση του παραγωγικού κεφαλαίου και επομένως νέες επενδύσεις, τόσο από τις εγχώριες επιχειρήσεις όσο και από ξένες. Απαιτεί επίσης την ενσωμάτωση καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και νέων τεχνολογιών. Καθώς οι δραστηριότητες αυτές απαιτούν υψηλό βαθμό εξειδίκευσης και η εσωτερική αγορά σε χώρες μικρού μεγέθους, όπως η Ελλάδα, παρέχει περιορισμένες ευκαιρίες, η αύξηση των εξαγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας είναι απαραίτητη.
Το σχέδιο δράσεων που παρουσιάζεται στην Έκθεση έχει ως στόχο την ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά ποσοστό της τάξης του 3,5% για την επόμενη δεκαετία, κατά μέσο όρο. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ετήσιας αύξησης της απασχόλησης κατά 1% και της ετήσιας αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 2,5%. Εάν επιτευχθούν αυτά, τότε το 2030 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης αναμένεται να ανέλθει στο 81% της ΕΕ (από το 67% το 2019) ενώ η ανεργία θα μειωθεί στο 7% (από το 17,2% το 2019). Επιπλέον, θα ενισχυθεί η εξωστρέφεια: οι εξαγωγές θα αυξηθούν κατά 90%, ενώ το μερίδιο των εξαγωγών στο ΑΕΠ θα ανέλθει στο 50,5%, από το 37,2% το 2019.
Αν δεν προωθηθεί το πρόγραμμα δράσεων που περιγράφεται στην Έκθεση και συνεχιστεί η πορεία των τελευταίων ετών, η αναπτυξιακή δυναμική θα είναι ασθενής. Θα υπάρξει σταδιακή ανάκαμψη από τη βαθύτατη ύφεση της προηγούμενης δεκαετίας και την τρέχουσα λόγω της πανδημίας, αλλά χωρίς σημαντική αύξηση παραγωγικότητας, χωρίς αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και, τελικά, χωρίς σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας θα ανέλθει μόλις στο 68% της ΕΕ, καταγράφοντας αμελητέο βαθμό σύγκλισης σε σχέση με το σημερινό 67%.
Προτεινόμενες δράσεις
Η επίτευξη των βασικών στόχων μπορεί να γίνει σταδιακά στα επόμενα χρόνια με συνδυασμένες δράσεις σε όλο το εύρος της οικονομικής πολιτικής. Οι δράσεις αυτές αναλύονται και τεκμηριώνονται στα αντίστοιχα κεφάλαια της Έκθεσης.
Ένα πρώτο σύνολο δράσεων αφορά αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της οικονομίας, ώστε να διευκολυνθεί η παραγωγική δραστηριότητα. Οι δράσεις αυτές περιλαμβάνουν τη μείωση του βάρους στην επίσημη εργασία από φόρους και εισφορές. Περιλαμβάνουν επίσης τη μείωση του ρυθμιστικού και διοικητικού βάρους, το οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πολυπλοκότητα και έλλειψη διαφάνειας του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου.
Ένα δεύτερο σύνολο δράσεων αφορά την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Οι δράσεις αυτές περιλαμβάνουν την καλύτερη πρόσβαση για όλους σε μια δυναμική αγορά εργασίας, την καθολική πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες εκπαίδευσης και υγείας, καθώς και ένα στοχευμένο σύστημα κοινωνικών παροχών προς τους περισσότερο αδύναμους.
Ένα τρίτο σύνολο δράσεων αφορά τη βελτίωση των υποδομών, μέσω δημόσιων επενδύσεων και κινητοποίησης ιδιωτικών.
Ένα τέταρτο σύνολο δράσεων αφορά επιμέρους τομείς και κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Οι δράσεις αυτές εξειδικεύουν κάποιες από αυτές που αναφέρονται παραπάνω, αναγνωρίζοντας όμως ότι οι προτεραιότητες σε διαφορετικούς τομείς διαφέρουν.
Δημοσιονομικό μείγμα
Η αναπτυξιακή στροφή της οικονομίας προτείνεται να λάβει χώρα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής αξιοπιστίας, άρα με πρωτογενή πλεονάσματα, όμως ήπια ώστε να μην αντιστρατεύονται την ανάπτυξη. Η δημοσιονομική ισορροπία προτείνεται να έχει διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά από ό,τι τα τελευταία χρόνια.. Το μείγμα των δημοσίων δαπανών και εσόδων θα πρέπει να είναι διαφορετικό, ώστε να στηρίξει το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα. Στην πλευρά των δαπανών θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, σε αντιδιαστολή με τις γενικές λειτουργικές ή συνταξιοδοτικές δαπάνες. Στην πλευρά των εσόδων, θα πρέπει να υπάρξει διεύρυνση της φορολογικής βάσης έτσι ώστε να κατανεμηθούν δικαιότερα τα φορολογικά βάρη, με στοχευμένα κίνητρα για ηλεκτρονικές πληρωμές, και να μειωθεί η επιβάρυνση στη μισθωτή εργασία.
Άμεσες προτεραιότητες
Με δεδομένη την τρέχουσα κρίση, τις ευκαιρίες χρηματοδότησης από τα Ευρωπαϊκά ταμεία, και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ διαφορετικών ειδών μεταρρυθμίσεων, οι πλέον επείγουσες προτεραιότητες από τις δράσεις που περιγράφονται παραπάνω είναι οι εξής:
Παραγωγή και επενδύσεις: Δραστική μείωση του κόστους στην επίσημη εργασία με μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους. Ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση αποσβέσεων για επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και καινοτομία. Ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων. Επενδύσεις σε υποδομές με προτεραιότητα σε μεταφορές εμπορευμάτων και σε μετακινήσεις σε επιβαρυμένους διαδρόμους για πολίτες και τον τουρισμό. Ενίσχυση εξαγωγικών κλάδων της μεταποίησης με μείωση κόστους ενέργειας και άμβλυνση διοικητικών εμποδίων. Διαχείριση απορριμμάτων και κυκλική οικονομία.
Ανθρώπινο κεφάλαιο: Νέα προγράμματα και δομές κατάρτισης εργαζόμενων και ανέργων. Οργανωτικές παρεμβάσεις σε σχολικές μονάδες. Διεύρυνση και αναβάθμιση της προσχολικής αγωγής. Διευκόλυνση της πληρέστερης ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας. Προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου για ενίσχυση έρευνας αιχμής σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα που θα υποστηρίζουν συστάδες (clusters) σε συνδυασμό με την παραγωγή.
Δημόσιος τομέας και διοίκηση: Επιτάχυνση της ψηφιοποίησης υπηρεσιών του δημόσιου τομέα. Ενίσχυση πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και νοσοκομειακών μονάδων με ισχυρό ρόλο σε συστήματα παρακολούθησης. Επέκταση ειδικών τμημάτων στα δικαστήρια για οικονομικές υποθέσεις και διεύρυνση των μηχανισμών εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών. Ενίσχυση του συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας στον τομέα της προστασίας των επενδυτών.