Live:
Σε κενά και αντιφάσεις υπέπεσε κατά τη διάρκεια της προφορικής απολογίας της, ενώπιον της 18ης τακτικής ανακρίτριας, η Ρούλα Πισπιρίγκου στην προσπάθειά της να αντικρούσει την κατηγορία ότι το απόγευμα της 11ης Απριλίου 2021 επιχείρησε να δολοφονήσει τη μικρή Τζωρτζίνα μέσα στον θάλαμο του «Καραμανδάνειου» Νοσοκομείου. Σε αντίθεση με το απολογητικό υπόμνημα το οποίο συνέταξε και παρέδωσε ο δικηγόρος της Όθωνας Παπαδόπουλος, κατά τη διάρκεια του τετ α τετ που είχε με τη δικαστική λειτουργό η Πισπιρίγκου δεν μπόρεσε να απαντήσει σε βασικά σημεία του κατηγορητηρίου, όπως την αργοπορημένη ενημέρωση των γιατρών μετά το παρ’ ολίγον μοιραίο επεισόδιο της κόρης της αλλά και την απουσία του ρινικού οξυγόνου. Παράλληλα, απέδωσε στο… νόμο των πιθανοτήτων το γεγονός ότι κατά την έναρξη των επεισοδίων που εμφάνιζε το κορίτσι δεν ήταν κανείς γιατρός ή νοσηλευτής παρών, παρά μόνο εκείνη.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο μετά την άσκηση της συμπληρωματικής δίωξης που της άσκησε ο εισαγγελέας, κ. Γιώργος Νούλης, το μοιραίο απόγευμα της 11ης Απριλίου η Πισπιρίγκου ήταν αποφασισμένη να δολοφονήσει την αξιολάτρευτη Τζωρτζίνα. Σημειώνεται ότι το 8χρονο, τότε, κορίτσι εισήχθη το πρωινό της 8ης Απριλίου στο νοσοκομείο με αναφερόμενους σπασμούς από την ίδια της τη μητέρα. Κατά μια τραγική σύμπτωση, εκείνη την ημέρα ήταν προγραμματισμένη η συνάντηση του Δασκαλάκη με τους δικηγόρους προκειμένου να τρέξει η διαδικασία του διαζυγίου με τη σύζυγό του και νυν κατηγορουμένη. Τρεις ημέρες νωρίτερα, όπως προέκυψε από τους γραπτούς διαλόγους που αποκάλυψε η «Μ», η Πισπιρίγκου είχε εγκαταλείψει τη μικρή Τζωρτζίνα, είχε κλειστεί σε δωμάτιο ξενοδοχείου και απειλούσε ότι θα αυτοκτονήσει. Η συγκεκριμένη κίνηση, σύμφωνα με τους ερευνητές της υπόθεσης, έγινε στην προσπάθειά της να επαναφέρει, για μία φορά ακόμη, τον Δασκαλάκη στη συζυγική εστία της οδού Μπιζανίου. Όταν διαπίστωσε ότι ο έμμεσος «εκβιασμός» δεν πιάνει, τότε, όπως φαίνεται, έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό της. Ποιο ήταν αυτό; Η δολοφονία της μεγαλύτερής της κόρης και μοναδικής επιζήσασας μέχρι εκείνη τη στιγμή, μετά τους θανάτους Μαλένας και Ίριδας.
Έτσι λοιπόν το πρωινό της 8ης Απριλίου 2021 εισάγει την άτυχη Τζωρτζίνα στο «Καραμανδάνειο», μεταφέροντάς την από τον Αλισσό Αχαΐας, το σπίτι της μητέρας της. Επί τρεις ημέρες οι γιατροί «ξετινάζουν» το παιδί στις εξετάσεις, χωρίς να διαγιγνώσκουν κάτι παθολογικό. Λίγο προτού η Τζωρτζίνα λάβει εξιτήριο και την επισκεφθεί παιδοψυχολόγος, παθαίνει το κρίσιμο επεισόδιο.
Ο εισαγγελέας δείχνει ξεκάθαρα την Πισπιρίγκου ως το πρόσωπο που προσπάθησε να σκοτώσει το κορίτσι. Αναφέρει επί λέξει: «…Κατά το διάστημα της νοσηλείας του το παιδί συνοδευόταν αποκλειστικά από εσένα, η οποία παρέμεινες μαζί του και εναντιώθηκες στην πρόθεση των επιληφθέντων ιατρών της να του χορηγήσουν εξιτήριο, εν όψει της καλής του υγείας. Περί ώρα 18.20 της ως άνω ημερομηνίας και κατά τη συνήθη επίσκεψη των ιατρών εφημερίας το παιδί ήταν σε άριστη κλινική κατάσταση. Όμως στον ως άνω τόπο και χρόνο, περί ώρα 19.00, εσύ με μη επακριβώς γνωσθέντα τρόπο επενήργησες στο σώμα του παιδιού με αποτέλεσμα να του προκαλέσεις καρδιακή ανακοπή, η οποία επέφερε πτώση των σφύξεων και μηδενισμό του κορεσμού του σε οξυγόνο, εξέλιξη της υγείας του επιστημονικώς ανεξήγητη από τους θεράποντες ιατρούς…».
Μάλιστα στο κατηγορητήριο καταγράφεται ότι, προκειμένου η Πισπιρίγκου να είναι σίγουρη για τη δολοφονία της Τζωρτζίνας, φρόντισε να αφαιρέσει τη συσκευή του παλμικού οξυμέτρου που έφερε το κορίτσι «προς άμεση ειδοποίηση του νοσηλευτικού προσωπικού για την πιθανή πτώση του οξυγόνου στον οργανισμό του…». Υπενθυμίζεται ότι και τη μοιραία ημέρα δολοφονίας της Τζωρτζίνας, το μεσημέρι της 29ης Ιανουαρίου 2022, το οξύμετρο ήταν -κατά τραγική σύμπτωση- και πάλι εκτός λειτουργίας. Το απόγευμα του Απριλίου του 2021 η καρδιά της Τζωρτζίνας άντεξε και ανέκαμψε χάρη στις υπεράνθρωπες προσπάθειες των γιατρών, με το κατηγορητήριο να αναφέρει ότι «…το επιδιωκόμενο από εσένα (σ.σ. την Πισπιρίγκου) ανθρωποκτόνο αποτέλεσμα δεν ολοκληρώθηκε τελικώς, όχι γιατί υπαναχώρησες εκουσίως η ίδια, αλλά από αίτια ανεξάρτητα της θέλησής σου, διότι το επιληφθέν ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου, μολονότι σκοπίμως ενημερώθηκε καθυστερημένα από εσένα και βρήκε το παιδί άσφυγμο, απνοϊκό, ωχρό και με μυδρίαση, επιχείρησε επιτυχώς την καρδιακή και πνευμονική αναζωογόνησή του, χάριν της οποία μετά από διάστημα 45-50 λεπτών αυτό ανένηψε και τελικώς επέζησε. Συνεπεία όμως της ανθρωποκτόνου σε βάρος του επίθεσης, αυτό υπέστη υποξική ισχαιμική εγκεφαλοπάθεια, που προκάλεσε στο παιδί σπαστική τετραπληγία, με αποτέλεσμα τη μη εστίαση βλέμματος, την αδυναμία ομιλίας – επικοινωνίας – αυτόνομης κίνησης και τη νοητική υστέρησή του…».
Κατά τη διάρκεια παρουσίας της την περασμένη Δευτέρα, 25 Ιουλίου, ενώπιον της ανακρίτριας η Πισπιρίγκου υπεραμύνθηκε, ανεπιτυχώς, της αθωότητας που διατείνεται ότι έχει. Στην αρχική ερώτηση της δικαστικής λειτουργού για ποιο λόγο αφού η Τζωρτζίνα φέρεται να εμφάνισε το επεισόδιο στις 06.00 με 06.30 το πρωί της 8ης Απριλίου εκείνη την μετέφερε στο Νοσοκομείο στις 08.00 το πρωί, απάντησε: «…Μετά από αυτό (σ.σ. το επεισόδιο με τη «βόμβα» στην πλάτη) η Τζωρτζίνα κοιμήθηκε για πολύ λίγο και ξύπνησε κάνοντας δεύτερο επεισόδιο, το οποίο το αντιλήφθηκε και η ίδια, αφού εξαιτίας αυτού του επεισοδίου ξύπνησε. Μετά από αυτό, ξεκίνησε η διαδικασία να τη ρωτήσουμε εγώ, οι γονείς μου και η αδελφή μου τι ακριβώς ένιωθε και επειδή απευθυνόμασταν σε ένα μικρό παιδί, προσπαθούσαμε να καταλάβουμε το τι ακριβώς της συμβαίνει. Επίσης εκείνη τη στιγμή βρισκόμασταν στο σπίτι της μητέρας μου στον Αλισσό Αχαΐας και χρειαζόταν περίπου μισή ώρα με 40 λεπτά μέχρι να φτάσουμε στο ‘‘Καραμανδάνειο’’. Επομένως, μετά από το επεισόδιο της μικρής, τη συνεννόηση μαζί της, την προετοιμασία μας για τη μετάβασή μας στο νοσοκομείο και την απόσταση μεταξύ της οικίας της μητέρας μου και του νοσοκομείου, θεωρώ ότι ενήργησα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και η Τζωρτζίνα μεταφέρθηκε άμεσα στο ‘‘Καραμανδάνειο’’…».
Ακολούθως η Πισπιρίγκου τα έριξε στον… νόμο των πιθανοτήτων για το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια έναρξης των επεισοδίων της Τζωρτζίνας δεν ήταν παρών ποτέ γιατρός ή νοσηλευτής! «…Στην έναρξη των επεισοδίων δεν είχε τύχει να είναι παρών κάποιος γιατρός ή νοσηλευτής οι οποίοι λάμβαναν γνώση του επεισοδίου στη συνέχεια. Συνήθως τους ενημέρωνα εγώ γι’ αυτά τα επεισόδια», παραδέχτηκε και συνέχισε: «…Υπάρχουν γιατροί και νοσηλευτές που είδαν τους εμετούς που έκανε η Τζωρτζίνα, τις ανεβασμένες σφύξεις που είχε κατά τη διάρκεια αυτών των επεισοδίων, τις πτώσεις του οξυγόνου και την ταχύπνοια… Ο συνολικός χρόνος παρουσίας γιατρών και νοσηλευτών στον θάλαμο δεν ήταν πάνω από τριάντα λεπτά της ώρας, οπότε θα ήταν τρομερή σύμπτωση να συμπέσει η έναρξη του επεισοδίου της Τζωρτζίνας με την επίσκεψη κάποιου γιατρού ή νοσηλευτή…».
Το πλέον εντυπωσιακό όμως της προφορικής απολογίας της Πισπιρίγκου ήταν το γεγονός ότι προσπάθησε να αντικρούσει την αργοπορημένη -από εκείνη- ενημέρωση των γιατρών, διαψεύδοντας το προσωπικό του «Καραμανδάνειου» αλλά και τα επίσημα έγγραφα στον φάκελο της Τζωρτζίνας και υποστηρίζοντας ότι εκείνη ενημέρωσε κατευθείαν μια νοσοκόμα και εκείνη τους ιατρούς!
«…Εγώ εκείνη την ώρα ήμουν δίπλα στην Τζωρτζίνα, κοιτούσα το οξύμετρο και ταυτόχρονα μιλούσα με μια φίλη μου στο τηλέφωνο, τη Λ.Π. Μάλιστα, στη φίλη μου ανέφερα τους προβληματισμούς μου σχετικά με τη νοσηλεία της Τζωρτζίνας στο συγκεκριμένο νοσοκομείο και ειδικά ότι οι γιατροί άλλαζαν διάγνωση από ώρα σε ώρα και ότι σκεφτόμουν να τη μεταφέρω σε άλλο νοσοκομείο για περαιτέρω έλεγχο. Εκείνη την ώρα άρχισε να πέφτει το οξυγόνο και οι σφύξεις και να χτυπάει το μηχάνημα. Έκλεισα αμέσως το τηλέφωνο. Σηκώθηκα, πήγα προς την πόρτα για να ανοίξω και εκείνη την ώρα βλέπω την Τζωρτζίνα να ανασηκώνεται, να τινάζει τα πόδια της και να πέφτει προς τα πίσω βγάζοντας έναν ήχο. Ενώ το έβλεπα χτυπούσα παρατεταμένα το κουδούνι. Όλα αυτά έγιναν σε δευτερόλεπτα. Αμέσως βγήκα στον διάδρομο και εκείνη τη στιγμή είδα τη νοσηλεύτρια να έρχεται προς τον δικό μας θάλαμο και είπα: «Τρέξε». Εκείνη αμέσως μπήκε στο δωμάτιο. Την είδα που πήγε προς το παιδί και όπως την είδα να βγαίνει και στον διάδρομο, να φωνάζει τους γιατρούς. Μετά από αυτό ήρθαν οι γιατροί, με ρώτησαν τι έγινε, τους περιέγραψα το επεισόδιο της Τζωρτζίνας και ξεκίνησε αμέσως η ΚΑΡΠΑ».
Επιπλέον η Πισπιρίγκου έδωσε μάλλον μια «αστεία» απάντηση στο ερώτημα της ανακρίτριας σχετικά με το ποιος αφαίρεσε το ρινικό οξυγόνο της μικρής Τζωρτζίνας. Το απέδωσε στο τίναγμα του παιδιού! «…Δεν γνωρίζω πώς συνέβη αυτό. Μόνο μια υπόθεση μπορώ να κάνω, ότι τη στιγμή που τραντάχθηκε το παιδί στο κρεββάτι του μετακινήθηκαν από τη μύτη του τα σωληνάκια που κάνουν την παροχή του οξυγόνου. Επίσης, εκείνη την ώρα κανείς δεν με ρώτησε τι ακριβώς έγινε και για ποιο λόγο δεν ήταν στη θέση του το ρινικό οξυγόνο και γι’ αυτό δεν έχω εικόνα. Τέλος να σας πω ότι το οξυγόνο ήταν απλώς υποστηρικτικό στη θεραπεία της μικρής και δεν εξαρτιόταν από αυτό η ζωή της ούτε μπορούσε να προκαλέσει κάποιο καρδιακό επεισόδιο η μετακίνησή του για οποιοδήποτε λόγο για λίγα λεπτά», απάντησε.
Στην κατακλείδα της προφορικής απολογίας της η Πισπιρίγκου ανέφερε ότι εκείνη την περίοδο λάμβανε, μεταξύ άλλων, και αντικαταθλιπτικά φάρμακα για την αντιμετώπιση δύο ισχαιμικών επεισοδίων που υποστηρίζει ότι είχε περάσει. «…Διευκρινιστικά σας αναφέρω ότι πριν την εισαγωγή της Τζωρτζίνας στο ‘‘Καραμανδάνειο’’, όταν ερωτήθηκα από διευθύντρια της Παιδιατρικής τι είδους φάρμακα λαμβάνω, τότε της απάντησα ότι λαμβάνω αντικαταθλιπτικά για την αντιμετώπιση ισχαιμικού επεισοδίου και όχι αντιεπιληπτικά, όπως εκ παραδρομής αναφέρθηκε στη σχετική κατάθεση». Παράλληλα ζήτησε να εξεταστεί και κατ’ αντιπαράσταση με οποιονδήποτε γιατρό και ειδικά με «τους μάρτυρες Τζιούβα και Παπαγιάννη».