0:34 Παρασκευή 3 Μαΐου 2024
eReportaz

Live:

Σαν χελιδονάκι πέταξε μακριά μας η Ρένα Κουμιώτη…

Σαν χελιδονάκι πέταξε μακριά μας η Ρένα Κουμιώτη…

Μπορεί να «έφυγε» από τη ζωή το ξημέρωμα της περασμένης Δευτέρας, στα 75 της χρόνια, αλλά θα ζει πάντα ανάμεσά μας με τα τραγούδια της. Όσοι είχαν την τιμή να ζήσουν από κοντά τη μεγάλη ερμηνεύτριά μας, γνώρισαν τι σημαίνει ήθος, ψυχή, σεμνότητα και αξιοπρέπεια.

Του Σταύρου Ζαγκανά


Του Ρολογιού οι δείκτες σταμάτησαν για τη Ρένα Κουμιώτη, την εμβληματική μελωδό του Νέου Κύματος!


Δεν σταματούν έτσι εύκολα του ρολογιού οι δείκτες για τη Ρένα Κουμιώτη. Που μπορεί να έζησε μια πλούσια ζωή, να έκανε δύο γάμους, να απέκτησε δύο παιδιά που υπεραγαπούσε και ζούσε γι’ αυτά, και να γνώρισε τεράστια επιτυχία, όμως η μοίρα ήταν σκληρή μαζί της. Η αγαπημένη τραγουδίστρια, η οποία ήταν μία από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Νέου Κύματος, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και από τον περασμένο Νοέμβριο διέμενε στο Γηροκομείο Αθηνών, σε διπλανό δωμάτιο με τη Μαίρη Λίντα. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, έφυγε ξαφνικά από τη ζωή ο γιος της, Νίκος, από ανακοπή καρδιάς. Εκείνη δεν παραβρέθηκε στην κηδεία του, που έγινε στο παρεκκλήσι του Κοιμητηρίου του Ελληνικού λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε και δεν της επέτρεπαν συγκινήσεις. Ήταν κάτι που δεν μπόρεσε να το αποδεχθεί ποτέ…

Η Ρένα Κουμιώτη μεγάλωσε στη Δραπετσώνα και την Κοκκινιά. Η μητέρα της ήταν από την Κωνσταντινούπολη και ο πατέρας της από τη Σμύρνη. Ήταν μόλις επτά μηνών όταν «έχασε» τη μητέρα της. Σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της είχε πει: «Οι γονείς μου ήταν πρόσφυγες. Από τη Νέα Ιωνία, όπου γεννήθηκα, βρεθήκαμε στη Δραπετσώνα και από κει στην Κοκκινιά. Μέχρι σήμερα αισθάνομαι πιο πολύ Β’ Πειραιάς, Κοκκινιώτισσα. Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός. Τη μητέρα μου την έχασα όταν ήμουν επτά μηνών, νεότατη, στα 20 της, από επιπλοκές του θυρεοειδούς, που τότε δεν ήταν αντιμετωπίσιμες οι αρρώστιες του. Μας μεγάλωσε η μητέρα της, η γιαγιά μου, εμένα, που ήμουν το πιο μωρό, και τα δύο αδέλφια μου. Αν και επίσης πολύ νέος ο μπαμπάς μου όταν χάσαμε τη μητέρα μου, όχι μόνο δεν ξαναπαντρεύτηκε, αλλά ούτε καν ακούσαμε ότι “τον είδαμε εκεί με την τάδε γυναίκα”. Δεν ήθελε επ’ ουδενί λόγω να βάλει μητριά να μας μεγαλώσει. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν ήσυχα και αξιοπρεπή – εννοώ πως, παρ’ όλη τη φτώχεια, δεν πεινάσαμε».

Πρώτο στεφάνι στα 13 της

Σε ηλικία μόλις 13 ετών παντρεύτηκε τον πρώτο σύζυγό της, Σταύρο Σαββίδη. Απέκτησαν έναν γιο, τον Νίκο, όμως ο γάμος τους κράτησε μόλις δύο χρόνια. Ήταν ένας γάμος που ήρθε πολύ νωρίς, το 1960, πολύ πριν ασχοληθεί με το τραγούδι. Με τον άντρα της δούλευαν μαζί στου «Παπαστράτου» και το βράδυ πήγαινε νυχτερινό γυμνάσιο. Έμεινε έγκυος και αναγκάστηκαν να παντρευτούν. Γέννησε το πρώτο της παιδί, που το μεγάλωσε η γιαγιά της, η οποία το πρόλαβε και του συμπεριφέρθηκε σαν πραγματικά μάνα. Ο γάμος αυτός κράτησε δύο χρόνια και, όπως έχει πει η ίδια, εκεί περίπου στα δύο χρόνια χάλαγαν οι σχέσεις της. Όμως ο δεύτερος γάμος της στην Αμερική, όπου πήγε το ’74 ως τραγουδίστρια πια, διήρκεσε πολύ παραπάνω. Με τον πρώτο της άντρα χώρισε γιατί ένιωσε ότι δεν της πήγαινε ως άνθρωπος. Κατάλαβε ότι δεν ήταν έρωτας, δεν ήταν τίποτα. Μάλιστα, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι δεν κράτησαν επαφή. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά: «Εμένα με ενδιαφέρουν τα παιδιά μου και τα δύο εγγόνια μου». Η ίδια δεν έδινε συνεντεύξεις και όταν την καλούσαν σε εκπομπές δεν πήγαινε, καθώς απέφευγε τη δημοσιότητα.

Ταλέντο

Στο σχολείο η μικρή Ρένα συνειδητοποίησε πως τραγουδούσε σωστά. Καμιά φορά, μάλιστα, έπαιρνε μια βούρτσα, τη «βάφτιζε» μικρόφωνο και στηνόταν μπροστά στον καθρέφτη τραγουδώντας. Η πρώτη της ευκαιρία ήρθε μέσω ενός φίλου της, εργαζόμενου στη Finos Film, ο οποίος τη σύστησε στον Τάσο Σχορέλη που επέλεγε νέες φωνές και τους έδινε την ευκαιρία να τραγουδήσουν μπροστά σε κοινό.

To 1968 δούλευε στην «Απανεμιά» μαζί με τον Μανώλη Μητσιά, που μόλις είχε κατέβει απ’ τη Θεσσαλονίκη. Δεν είχε περάσει μήνας από τότε που άρχισε να δουλεύει στο μαγαζί, και κάποιο βράδυ την ακούει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και της προτείνει να τραγουδήσει με τον Γιάννη Πουλόπουλο στον δίσκο «Ο Δρόμος» που ετοίμαζαν μαζί με τον Μίμη Πλέσσα. Πέρα από την τεράστια επιτυχία του δίσκου, ο οποίος έχει ξεπεράσει τα 3.000.000 πωλήσεις, «Ο Δρόμος» έγινε και μουσική παράσταση, το 1970, στο θέατρο «Κατίνα Παξινού». Η επιτυχία ήταν τεράστια, ο κόσμος σχημάτιζε ουρές κάθε βράδυ, την ίδια στιγμή που η λογοκρισία της χούντας απαγόρευε από την Κρατική Ραδιοφωνία να παίζει το «Άγαλμα» και το «Ξημερώνει Κυριακή». Το πρώτο τραγούδι που είπε ήταν το «Δώσε μου το στόμα σου», το γνωστό «Χελιδονάκι». Και μετά το «Πρώτη φορά». Από την «Απανεμιά» βρίσκεται ξαφνικά να δουλεύει με τον Γιάννη Πουλόπουλο, τον Στράτο Διονυσίου και τον Λευτέρη Μυτιληναίο στο «Καν-Καν». Την ίδια χρονιά έπαιξε στο θέατρο «REX» στον θεατρικό «Δρόμο». Ακολουθούν στη δισκογραφία «Σταμάτησε του ρολογιού τους δείκτες», «Άναψε καινούργιο μου φεγγάρι» του Μίμη Πλέσσα και συμμετείχε στους δίσκους «Ώρες» και «Θαλασσινό τριφύλλι» του Λίνου Κόκοτου. Το επόμενο καλοκαίρι πάλι με τον Πουλόπουλο στην «Αθηναία». Και μετά στα «Δειλινά» για τρεις σεζόν, από τον Οκτώβριο του 1970 μέχρι το 1972. Εκεί κι ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Σταμάτης Κόκοτας, ο Χρηστάκης κι ο Γιώργος Ζαμπέτας. Το 1972, συνεργάστηκε με τον Γιώργο Νταλάρα στο θέατρο «Μπουρνέλη». Μετά τα «Δειλινά» πήγε στη «Φαντασία». Πάλι με τον Πουλόπουλο στην Πλάκα, μετά ξανά στο «Καν-Καν» με Διονυσίου και Ζαμπέτα. Το 1974 πήγε για δουλειά στον Καναδά, όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τον δεύτερο σύζυγό της. Το 1983 επιστρέφει στην Ελλάδα και εμφανίστηκε πάλι με τον Γιάννη Πουλόπουλο, την Τζίνα Σπηλιωτοπούλου και την Αθηναϊκή Κομπανία στον «Ζυγό». Μετά στα «Ηλιοβασιλέματα» με τον Ζαμπέτα και τη Μαίρη Λίντα και στ’ «Αστέρια» με τον Κόκοτα. Για δύο συνεχόμενες χρονιές εμφανίστηκε στην μπουάτ «Μαρκίζα». Το 1995 συνεργάζεται με τον Μίμη Πλέσσα. Από τότε έκανε μόνο συναυλίες τα καλοκαίρια και επιλεκτικές εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές.

Άτυχη

Ωστόσο, παρότι η τύχη τής χαμογέλασε στα επαγγελματικά της, δεν συνέβη το ίδιο και με την προσωπική της ζωή. Γιατί, εκτός από την πρόωρη απώλεια της μητέρας της, έμελλε να βιώσει πριν από λίγο καιρό, και τον ανείπωτο πόνο της μάνας που χάνει το παιδί της όταν ο πρωτότοκος γιος της έφυγε ξαφνικά από τη ζωή μετά από ανακοπή καρδιάς που υπέστη. Κάπου εκεί φαίνεται να «σταμάτησαν του ρολογιού οι δείκτες» για την ερμηνεύτρια με τη φωνή που κουβαλούσε διαχρονικά δωρικότητα, γλύκα αλλά και μια μόνιμη αόρατη μελαγχολία.

Ρένα

Με τον αδελφικό της φίλο Γιάννη Πουλόπουλο που έφυγε και αυτός πρόσφατα για το πάλκο του Ουρανού.

Με τον πρόωρα χαμένο συνθέτη Μάνο Λοίζο.

Στιγμιότυπο από τα δύσκολα χρόνια της ορφάνιας που δούλευε σαν κορδελιάστρα.

Ρένα Ρένα


Η ιστορία του θρυλικού καϊκιού «Αγία Κυριακή»

«Αλεξάνδρεια – Ραφήνα πήγαιναν τα χρόνια εκείνα…» οι πιο μεγάλοι θα έχετε ακούσει τη Ρένα Κουμιώτη να τραγουδάει αυτό το τραγούδι σε μουσική Μίμη Πλέσσα. Δεν ήταν άλλο από το θρυλικό καΐκι «Αγία Κυριακή», που έγινε μετέπειτα τραγούδι με πολύ μεγάλη επιτυχία. Το κομβικό σημείο που βρίσκεται το λιμάνι της Ραφήνας έκανε την πόλη να πρωταγωνιστήσει σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά την περίοδο της Κατοχής. Από τη Ραφήνα ξέφυγαν από τον γερμανικό κλοιό χιλιάδες Έλληνες πατριώτες και αξιωματικοί για τη Μέση Ανατολή. Επίσης, από εκεί έφυγαν και 4.000 Βρετανοί στρατιώτες για την Αίγυπτο μόλις οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα. Κάποια καράβια της νηοπομπής κατέληξαν στην Κρήτη.

Σπουδαίο ήταν το δίκτυο διαφυγής που οργανώθηκε από το λιμάνι της Ραφήνας προς τις μικρασιατικές ακτές μέσω Τσεσμέ και προς την Αίγυπτο. Τα δρομολόγια διαφυγής ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1941 με τα καΐκια «Παναγία», η «Αγία Παρασκευή» και η «Αγία Κυριακή», που έφταναν μέχρι τις μικρασιατικές ακτές, ακόμα και μέχρι την Αλεξάνδρεια. Η «Αγία Παρασκευή» με καπετάνιο τον Κώστα Γιαγκουδάκη έκανε δρομολόγια με προορισμούς κυρίως τη Σάμο, τη Χίο και την Ικαρία. Το «Παναγία» ήταν του Ικαριώτη καπετάνιου Σταμάτη Τσατρά, ο οποίος μέσα στον Ιούνιο του ’41 έκανε δύο δρομολόγια στον Τσεσμέ βοηθώντας τη διαφυγή Ελλήνων αξιωματικών και σπουδαίων πολιτικών. Πιθανολογείται ότι με το δικό του καΐκι διέφυγαν στις 31 Μαρτίου 1942 ο πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος με τη γυναίκα του, καθώς και ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος.

Η «Αγία Κυριακή» ανήκε στον Καρυστινό καπετάνιο Καδή. Το καΐκι αυτό πέρασε στην Ιστορία γιατί τραγουδήθηκε από τη Ρένα Κουμιώτη. Το τραγούδι του Μίμη Πλέσσα μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την άγνωστη δράση των ναυτικών μας την περίοδο της Κατοχής. Σύμφωνα με τους στίχους του Κώστα Βίρβου, το δρομολόγιο ήταν Αλεξάνδρεια – Ραφήνα και τα αμπάρια του καϊκιού ήταν γεμάτα με κυνηγημένους που προσπαθούσαν να διαφύγουν για να συνεχίσουν τον αγώνα από αλλού. Το τραγικό με αυτό το καΐκι είναι ότι μετά την Κατοχή αφέθηκε στη μοίρα του και σάπισε σε κάποια ακτή.


Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Γυρίσματα Γαλλικής ταινίας στο νησί των Σπετσών. Αναζητούνται βοηθητικοί ηθοποιοί

Τα σενάρια για τον Κοκλώνη και οι σκέψεις για Μικρούτσικο

Ροή Ειδήσεων

Διαβάστε ακόμη

Top News

      

Kάνε εγγραφή στο newsletter eReportaz

Ενημερώσου πρώτος με τα τελευταία νέα στην Ελλάδα και στον κόσμο.

Συνδέσου μαζί μας